- συνδιατρίβῃ
- συνδιατρί̱βῃ , συνδιατρίβωpasspres subj mp 2nd sgσυνδιατρί̱βῃ , συνδιατρίβωpasspres ind mp 2nd sgσυνδιατρί̱βῃ , συνδιατρίβωpasspres subj act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συνδιατριβή — bring up together with fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνδιατριβῇ — συνδιατρίβω pass aor subj pass 3rd sg συνδιατριβή bring up together with fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνδιατριβή — ἡ, ΜΑ [συνδιατρίβω] συναναστροφή … Dictionary of Greek
συνδιατριβῆς — συνδιατριβή bring up together with fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνδιατριβήν — συνδιατριβή bring up together with fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνδιατριβάς — συνδιατριβά̱ς , συνδιατριβή bring up together with fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)